ως αντίθετος της Πλατωνικής φιλοσοφίας, ενώ ίσως επισταμένη και βαθυτέρα μελέτη του Πλατωνικού και παραλλήλως του Αριστοτελικού έργου θα εδείκνυε την Αριστοτελικήν φιλοσοφίαν, αντιθέτως προς την γνώμην και την απόφανσιν του μεγάλου ιδρυτού της, ως ασχοληθείσαν κυρίως περί έν μέρος των Πλατωνικών αντιλήψεων και ακολουθήσασαν μίαν από τας μεθόδους διανοητικής εξελίξεως και γνώσεως του επιστητού, τας οποίας διετύπωσεν η καταπληκτικώς αντιληπτική διάνοια του Πλάτωνος, η δαιμονίως διιδούσα ως ωρισμένον μεν και ωφέλιμον τον βαθμιαίως πλατυνόμενον ορίζοντα των γνώσεων – την ανθρωπίνην δηλονότι συνθήκην και συμφωνίαν – αόριστον δε και ατέρμονα τον ορίζοντα της όλης ζωής προς τον οποίον αναγκαστικώς και εξ εσωτερικής ορμής ατενίζει (θεωρεί) ο ανθρώπινος νους και τοιουτοτρόπως συμπερασματικώς διαχαράξασα ούτω τους επαλλήλους και ομοκέντρους κύκλους της Επιστήμης και της Υποθέσεως.
Είναι δε χρήσιμος ο περί της Πλατωνικής φιλοσοφίας υπαινιγμός ούτος, διά να δειχθή κάπως εξ αντιδιαστολής και εναργέστερον πως ο μεν Πλάτων δύναται να λογισθή ως το υψηλότατον σημείον, εις το οποίον ανήλθεν η Ελληνική σκέψις, η κληρονόμος όλης της ανατολικής γνώσεως και δημιουργός αμυθήτου επί πλέον θησαυρού σοφίας, ο δε Αριστοτέλης πρέπει να χαρακτηρισθή ο πρώτος μετά την δημιουργικότητα και προς την κατάβασν σταθμός.
Την φιλοσοφικήν αυτού σχολήν διηύθυνεν ο Αριστοτέλης μέχρι του 32? π. Χ., οπότε, επειδή το αντιμακεδονικόν κόμμα είχεν ενισχυθή ένεκα του θανάτου του Αλεξάνδρου, κινδυνεύων ως φίλος της μακεδονικής δυναστείας ηναγκάσθη να φύγη εις Χαλκίδα της Ευβοίας, όπου και απέθανε μετά έν έτος από χρόνιον οικογενειακόν του νόσημα του στομάχου.
Αι σπερμολογίαι, τας οποίας συγγραφείς της παρακμής καί τινες εκκλησιαστικοί ανέφεραν περί του Αριστοτέλους, ως αστόργου προς τον προστάτην του Ερμείαν και ως αγνώμονος προς τον Πλάτωνα και ως επιβουλευθέντος την ζωήν του μαθητού και ευεργέτου αυτού Αλεξάνδρου, καθώς και ο μύθος περί αυτοκτονίας του, αποδεικνύονται εξ αυτών των πραγμάτων, ήτοι εκ των συγγραμμάτων του Αριστοτέλους και εκ των αυθεντικών λεπτομερειών του βίου του, τελείως αστήρικτα μυθεύματα, ανάξια εκτενεστέρας μνείας.
ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Μεταξύ των έργων του Αριστοτέλους, τα οποία είτε συνετάχθησαν διά την εξωτερικήν ή εν κοινώ διδασκαλίαν, περί της οποίας εις τας προτασσομένας σημειώσεις έγινε λόγος, είτε εξ αυτής προέκυψαν, είναι και το απολεσθέν πολύτομον έργον του «Συναγωγή Πολιτειών» ή απλώς «Πολιτείαι» τιτλοφορούμενον. Εις το σύγγραμμα δε τούτο περιεγράφοντο και ανελύοντο κατά μεν τον Διογένην Λαέρτιον και τον Ησύχιον 158 πολιτεύματα διαφόρων πόλεων και κρατών, κατά δε τον Αραβικόν κατάλογον τον λεγόμενον του Πτολεμαίου 161, κατά δε τον Αμμώνιον 240, κατά δε τον Μενάγιον 245 και κατ' άλλους τέλος 250 ή και 255 πολιτεύματα, (1) εκ των οποίων πλείστα Ελληνικά, τινά δε βαρβαρικά. Ταύτα μάλιστα, ως φαίνεται, περιελαμβάνοντο εις μίαν μόνην πραγματείαν υπό τον τίτλον «Νόμιμα βαρβαρικά», πλην του πολιτεύματος