τάχα αισχρόν είναι να έχη κανείς αδιαλείπτως την ανάγκην των ιατρών, εκτός όταν πρόκειται περί τραυμάτων ή περί άλλων τυχαίων επιδημικών ασθενειών, επειδή από την αργίαν και από τον τρόπον της διαίτης, που περιεγράψαμεν, γεμίζει το σώμα του από διάφορα ρεύματα και αέρια, όπως τα έλη από αναθυμιάσεις, και αναγκάζει τους κομψούς Ασκληπιάδας να εφευρίσκουν ονόματα, εμφράξεις και κατάρρους και τα τοιαύτα, διά τα διάφορά του νοσήματα; – Αληθινά είναι της τελευταίας κατασκευής και παράξενα ονόματα νοσημάτων. – Άγνωστα δε βέβαια επί της εποχής του Ασκληπιού· και το συμπεραίνω, διότι οι δύο υιοί του εις την πολιορκίαν της Τροίας δεν ημπόδισαν την γυναίκα που έδωσεν εις τον πληγωμένον Ευρύπυλον να πίη οίνον Πράμνειον ανακατωμένον με άλευρα και με τυρόν, τα οποία θεωρούνται φλεγματώδη, ούτε επέπληξαν τον Πάτροκλον ο οποίος εθεράπευε την πληγήν του. – Και όμως ήτο βέβαια ακατάλληλον το ποτόν δι’ ένα άνθρωπον εις αυτήν την κατάστασιν. – Όχι, αν λάβης υπ’ όψιν ότι οι Ασκληπιάδαι δεν εγνώριζον αυτήν την σημερινήν παιδαγωγικήν, ούτως ειπείν, ιατρικήν των νοσημάτων, πριν εμφανισθή ο Ηρόδικος· αυτός ήτο διδάσκαλος της γυμναστικής και επειδή έγινεν ασθενικός, συνεδύασε την γυμναστικήν με την ιατρικήν, και με αυτόν τον συνδυασμόν εβασάνισε πρώτον και περισσότερον τον εαυτόν του, έπειτα πολλούς άλλους κατόπιν. – Πώς αυτό; – Διότι έκαμε μακρόν και βραδύν τον θάνατόν του· η ασθένειά του δηλαδή ήτο θανάσιμος και επειδή δεν ημπορούσε να την θεραπεύση τελείως, επέμενε να την παρακολουθή βήμα προς βήμα, χωρίς καμμίαν άλλην ασχολίαν να έχη εις την ζωήν του παρά την φροντίδα της υγιείας, και εζούσε με αυτό το παντοτινόν βασανιστήριον, να μη παραστρατήση το παραμικρόν από την συνηθισμένην του δίαιταν· κ’ έτσι με την σοφίαν του αυτήν έσυρε ως το γήρας μίαν ζωήν κακοθάνατην. – Δεν ήτο, να σου ειπώ, άσχημη αυτή η αμοιβή της σοφίας του. – Ναι βέβαια, δι’ ένα που δεν εγνώριζεν ότι ο Ασκληπιός, όχι από άγνοιαν και αμάθειαν δεν εδίδαξεν αυτό το είδος της ιατρικής εις τους διαδόχους του, αλλά επειδή ίσα ίσα ήξευρεν, ότι εις όλας τας ευνομουμένας πόλεις έχει ανατεθή εις έκαστον ένα ωρισμένον έργον, το οποίον οφείλει να εξασκή και κανείς δεν έχει καιρόν να διέρχεται την ζωήν του ασθενής και νοσηλευόμενος· και ημείς οι ίδιοι αισθανόμεθα το γελοίον του πράγματος, όταν πρόκειται διά τους πτωχούς τεχνίτας, αλλά διά τους πλουσίους και τους θεωρουμένους ευτυχείς δεν μας κάμνει εντύπωσιν. – Πώς; – Εάν ασθενήση ένας ξυλουργός, θα ζητήση αμέσως από τον ιατρόν να του δώση εμετικόν ή καθαρτικόν διά να βγάλη από πάνω του την ασθένειαν, ή, αν είναι ανάγκη, θα καταφύγη και εις την καυτηρίασιν και εις την εγχείρισιν διά να απαλλαχθή μίαν ώραν αρχύτερα· εάν όμως κανείς τον υποβάλη εις μακράν δίαιταν και του διατάξη επιδέσμους εις την κεφαλήν και τα τοιαύτα, δεν θ' αργήση να του ειπή, ότι δεν έχει καιρόν να είναι άρρωστος, ούτε τον ωφελεί να ζη έτσι και να παραμελήση την εργασίαν του, διά να καταγίνεται με την αρρώστεια του· έπειτα θα στείλη στο καλό τον ιατρόν, θα επαναλάβη την συνηθισμένην του δίαιταν, θα επανακτήση