καρδιά σας, κι' έννοια σας… (αναχωρεί.)
ΣΚΗΝΗ Γ'
Η Ανθή και η Χάιδω.
Ανθ. Είδες καϊμένη Χάιδω, ο Θεός πώς ανοίγη την τύχη του καθ' ενός καλά το λένε… «εγώ κάθουμαι, κ' η μοίρα μου δουλεύει·», είδες; είδες;
Χάι. Τι γείδα; τίπτα δε γείδα… για, σήμρα περπατώ ξεκούτρουλ' γιατ' έβανα το γεμνίμ' αμανέτ, κείνο γείδα για, 'που μαργών' το κεφάλ' μου…
Ανθ. Εγώ σε δίνω ένα μανδήλι καινούργιο…
Χάι. Δόμ' ντε!!!
Ανθ. (τη δίδει έν μανδήλιον) Να το φορέσης ς' την υγιά του γαμπρού…
Χάι. Ποινού γαμπρού; έχουμε κανεί γαμπρό;
Ανθ. Δεν έχουμε, μα θα κάμουμε…
Χάι. Νια ήμνα και γέρασα!!! ωχ κυρά μ', κάμ' τη δλειά σ'· κι' αν παντχαίνης απ' αυτνούς τους γιαλελίδες π' ουρχένται, και σου σιένται και σ' λιγιένται, αλοίμνο!! και τούτ' σαν κι’ μας είναι ψώρα και τω γνέγων · παρά τήραξ να πάρς τίπτα ψλούρα, να πληρώσης και το ντουνιά που μας πνίξαν, να μ' δώκης κ' ημέν τίπτα απ' τη ρόγα μ' για να καμ' ένα σκτί που μ' έφαγ' η ψείρα κ' η λήγδα με τούτ' για (δεικνύει το φόρεμά της.)
Ανθ. Ω καϊμένη Χάιδω, είσαι τρελή … σε κάμποσαις μέραις γλέπεις τα βενέτικα και της δούπιαις.
Χάι. Οπού πνα ψωμιά θωρεί κι ο διψασμένος βρύσαις … θωρεί κι ο αξπόλτος παπούτζια με της μύταις … μπα και τα γείδες στο γύπνο σ';
Ανθ. Αυτά λέγε συ κι αύριο γλέπεις.
Χάι. Μακάρ … μα ντεϊμεντέ, λεν σ' τον τόπ' μας … άφκε με κ' εμένα κομάτ' μπγάτζα·
Ανθ. Να, φάγε, και συγύρισε ως που να κάμω την ντουαλέτα μου (αναχωρεί).
Χάι. Ω καϊμέν' 'γώ!! (αναχωρεί).
ΣΚΗΝΗ Δ'
Ο Σινάνης, ο Ροδάνης και ο Μουζάνας.
Σιν. [καθ' εαυτόν] Μήτε Καλαμπάκος φάνηκε, μήτε Ροδάνης μήτε Φουντανέλλας .. εκείνος πήρε φλουργιά να κάμη μπογιά, άλλα αλέμ έφαγε φλουργιά, και μηδέ μπογιά μηδέ τίποτα…. Καλαμπάκος περπατεί να εύρη καμμιά τζιμπλού, καμμιά γριγιά πάλαι, Ροδάνης τρέχει απάνου κάτου, αμμά εκείνο χιώτη είναι, τα κάμει δουλειά…..(προς τον Μουζάνα·) Μουζάνα….
Μουζ. Ορίστε….
Σιν. Καλαμπάκο μαλαμπάκο, Ροδάνη μοδάνη, Φουντανέλλα μουντανέλλα, ήρτε κανένα;
Μουζ. (με θυμόν) Δεν ήρτε κανείς, όχι….
Σιν. Δεν πας να δγης τι γενήκανε;
Μουζ. Στο γιατρό δεν πηγαίνω…
Σιν. Γιατί μπρε;
Μουζ. Γιατί πλέρωσα πέντε γροσάκια· ίσια ίσια ένα μηνιάτικο πάει στο διάβολο…
Ροδ (εισέρχεται ασθμαίνων.) Έφαγα την μπίστι μου τόσαις μέραις, απάνου κάτου για σας…
Σιν. Τι παιδί έκαμες; σερνικό, γιόξαμ τηλυκό;
Ροδ. Σερνικό, κ' ε θε και ρώτημα … μόν' αφήτε με να ξεκουραστώ… ε μου φέρνετεν μια λεμονάδα 'που ήσκασα αφ' την κάψα;
Σιν. Δίκιο έχεις, αμμά λεμόνια ντεν έχουμε.
Ροδ. Αφ' τον καφφενέ φέρτε μια…
Σιν. Μην πίνης καφφενέ λεμονάδα, έχει σκούληκαις… έι πες με τώρα τι έκαμες;
Ροδ. Ήκαμά σας πράμα που θα μ' ευκιούσαστε για πάντα σας.
Σιν. Αν αγαπάς το τεό;!!! αμάν λέγε.
Ροδ. Ήσκασα ως που ν' αύρω έναν πωρικό που στον κόσμο έν είν' άλλο…
Σιν. Αμάν, τζάνουμ…
Ροδ. Βρήκα σας μίαν κοπελλιά που στην μπίστι μου μηδέ στο Παρίσι, μηδέ στη Βενετιά, μηδέ στης Χίντιαις δε βρίσκεται… όμορφη σαν τον ήλιο…
Σιν. Ωχ, ωχ, ωχ, αμάν μισέ Ροδάνη, λέγε.
Ροδ.