η
γλυκεία της Αφροδίτης έμπνευσις ήθελε προσελκύσει την καρδίαν της.
Και τότε αυτή εξέλεξεν – είθε να μη τον εξέλεγε ποτέ – τον Μενέλαον.
Μετ' ολίγον όμως ήλθεν εκ Φρυγίας εις Λακεδαίμονα εκείνος, τον
οποίον αι τρεις θεαί εξέλεξαν κριτήν του κάλλους των κατά την εις
το Άργος διαδεδομένην φήμην, νέος περικαλλής, λαμπρά ενδεδυμένος
περίχρυσα ενδύματα βαρβαρικής πολυτελείας και, ερασθείς της
Ελένης, ήτις και αυτή τον ηγάπησεν, επωφεληθείς δε της εκείθεν
αποδημίας τότε του Μενελάου, απήγαγε την Ελένην και έφυγε μετ'
αυτής εις την βουτρόφον χώραν της Ίδης. Αλλ' ο Μενέλαος επανελθών
διατρέχει παράφορος την Ελλάδα και, επικαλούμενος τους
απαγγελθέντας τυνδαρείους όρκους, προσκαλεί τους πάντας εις
εκδίκησιν του αδικήματος. Και τότε οι Έλληνες εξεγερθέντες και
αρπάσαντες τα όπλα συνηθροίσθησαν εδώ εις της Αυλίδος τας
στενοπόρους ακτάς άγοντες πλοία και στρατιάς και ίππους και άρματα
πολλά. Εξέλεξαν δε πάντες εμέ ως αρχιστράτηγον χάριν του
Μενελάου, του οποίου είμαι αδελφός. Ω, είθε να εδίδετο εις πάντα
άλλον το απαίσιον αυτό αξίωμα! Τώρα, ενώ όλος ο στρατός και ο
στόλος είναι προ πολλού συνηθροισμένοι εδώ εις την Αυλίδα, νηνεμία
διαρκής μας εμποδίζει τον απόπλουν και ταλαιπωρούμεθα εδώ αργοί.
Εις την δεινήν αυτήν αμηχανίαν μας, ερωτηθείς εχρησμοδότησεν ο
μάντις Κάλχας ότι τότε μόνον εξ Αυλίδος θ' αποπλεύσωμεν και θα
καταστρέψωμεν την πόλιν των Φρυγών, όταν θυσιασθή η Ιφιγένεια, η
κόρη μου, εις την Αρτέμιδα, προστάτιδα θεάν της χώρας ταύτης.
Άλλως ουδέν εκ τούτων θα κατορθωθή. Όταν ήκουσα τούτον τον
χρησμόν, διέταξα αμέσως τον κήρυκα Ταλθύβιον να κηρύξη μεγάλη τη
φωνή εις το στρατόπεδον ότι απολύω το στράτευμα ολόκληρον, διότι
δεν θα συναινέσω εγώ ποτέ να θανατώσω την κόρην μου. Αλλ' ο
αδελφός μου διά πολλών εντέχνων λόγων με κατέπεισε να υποστώ το
δεινόν τούτο, και τότε έγραψα προς την σύζυγόν μου να στείλη την
κόρην μας εδώ ίνα την δώσω εις γάμον προς τον Αχιλλέα, του οποίου
η έξοχος φήμη θα ήναι τιμή και καύχημα του οίκου μας. Διότι,
έγραψα, ο Αχιλλεύς αρνείται να συμπλεύση μετά των Αχαιών, εάν
πρότερον δεν φέρη την κόρην ημών ως σύζυγόν του εις την Φθίαν.
Τοιούτος ψευδής λόγος μου περί γάμου δήθεν της θυγατρός μας θα
έπειθε την Κλυταιμνήστραν να την φέρη εδώ. Το μυστικόν όμως τούτο
γινώσκουσι μετ' εμού μόνος ο Κάλχας, ο Οδυσσεύς και ο Μενέλαος.
Αλλά μετεμελήθην, γέρον, δι' όσα τότε κακώς πράξας έγραψα, και τα
μεταβάλλω τώρα δι’ αυτού του γράμματος, το οποίον εις την σκιάν
της νυκτός με είδες ν' αποσφραγίζω και πάλιν να σφραγίζω. Εμπρός
λοιπόν, λάβε το γράμμα τούτο και τρέξε εις το Άργος. Θα σου είπω
ό,τι περιέχει, διότι συ είσαι πιστός θεράπων και της γυναικός μου
και του οίκου μου.
ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ
Και πρέπει να μοι τα ειπής διά να τη ομιλήσω συμφώνως προς